- τοξικομανία
- Η συνήθεια ορισμένων ατόμων να επιζητούν τη χρήση ουσιών που προξενούν ευχάριστα συναισθήματα ή καταπραΰνουν τους πόνους (αιθέρας, όπιο, κοκαΐνη, χασίς κλπ.), οδηγούν όμως σε σοβαρές χρόνιες δηλητηριάσεις. Γρήγορα το άτομο καταλαμβάνεται από αυτήν, την αποβάλλει όμως με μεγάλη δυσκολία εξαιτίας του ήδη δημιουργημένου εθισμού του οργανισμού. Ο αριθμός των τοξικομανών αυξάνεται παράλληλα με την πρόοδο της χημείας και τις τεχνητές ανάγκες που αναπτύσσει ο σύγχρονος πολιτισμός. Πρόκειται για πραγματική κοινωνική μάστιγα, βλαβερότατη για το σύνολο αλλά και για το άτομο που πάσχει από αυτήν. Σε όλες τις πολιτισμένες χώρες έχουν ληφθεί αυστηρά μέτρα, με τα οποία απαγορεύεται η πώληση τοξικών προϊόντων (μορφίνης, κοκαΐνης κλπ.). Η Διεθνής Οργάνωση Υγείας συντονίζει και ρυθμίζει την εξάπλωση αυτών των μέτρων.
Κέντρο Απεξάρτησης Τοξικομανών (ΚΑΤΚ) στη Θήβα (φωτ. ΑΠΕ).
* * *η, Νιατρ. η «καθ' έξιν» κατανάλωση μιας ή περισσότερων ψυχοτρόπων ουσιών, ικανών να προκαλέσουν κατάσταση σωματικής και ψυχικής εξάρτησης.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. toxicomanie < τοξικόν (βλ. λ. τοξικός) + -μανία (< -μανής), πρβλ. και τοξικο-μανής].
Dictionary of Greek. 2013.